• No products in the cart.
Top
  >  Ιστοριες   >  Σκεψεις   >  Μίλια, αγάπες και ξένες γλώσσες

Και τι γίνεται όταν σε κάποιο από τα ταξίδια σου βρίσκεις το άλλο σου μισό; ” Αυτή ήταν η ερώτηση που προσπαθήσαμε να απαντήσουμε ένα βράδυ στην άλλη άκρη του κόσμου, στη βεράντα ενός hostel στην Κολομβία, μια Ιταλίδα, μια Χιλιανή και μια Ελληνίδα. Τρεις διαφορετικοί άνθρωποι, από 3 διαφορετικά μέρη, με 3 διαφορετικές εμπειρίες. Μπορείς να φανταστείς τις απαντήσεις μας;

Καταρχάς, ξεκινάμε από το γεγονός ότι είτε ξεκινάς ένα ταξίδι με σκοπό να μείνεις σε μια ξένη χώρα είτε ταξιδεύεις για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς μόνιμη κατοικία, είτε απλά για ένα γρήγορο ταξίδι 5 ημερών, οι πιθανότητες να γνωρίσεις κόσμο από όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου είναι άπειρες. Μέχρι εδώ όλα καλά. Πιάνεις κουβέντα, μιλάς μια γλώσσα η οποία δεν είναι η μητρική σου, λες αστεία που δεν ακούγονται και τόσο αστεία σε μια άλλη γλώσσα, δε μπορείς να θυμηθείς μια λέξη για να την εξηγήσεις στους νέους φίλους σου και παλεύεις με χέρια και με πόδια να την περιγράψεις! Δοκιμάζετε παραδοσιακά φαγητά, τους εξηγείς πώς χορεύεται το συρτάκι, μαθαίνεις με τη σειρά σου τι τρώνε για πρωινό οι Γερμανοί ή οι Βραζιλιάνοι και εκεί που όλα είναι όμορφα, διασκεδαστικά και international… τσουπ, μπαίνει στη μέση εκείνος.

 

Εκείνος είναι διαφορετικός από τους υπόλοιπους. Καταρχάς γιατί μιλάει μια διαφορετική γλώσσα από τη δική σου και των πρώην σου. Έχει έναν αλλιώτικο αέρα, διαφορετικές συνήθειες ακόμα και διαφορετικά χαρακτηριστικά προσώπου. Και έτσι απλά… μπαίνει στη ζωή σου. Μοιράζεστε την προσωρινή καθημερινότητά σας μαζί, μοιράζεστε την αγάπη σας για το καινούριο, για τα ταξίδια, για το καλό κρασί. Περνάτε τα βράδια σας γελώντας και κοιτάζοντας τ’ αστέρια, μιλάτε για τα όνειρά σας και τα επόμενα σχέδιά σας ενώ γνωρίζετε πως ζείτε απλά για τη στιγμή. Και κάπου εκεί… ο ένας πρέπει να φύγει ή και οι δύο… απλά προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Ή μήπως όχι;

Η C. μας κοίταξε στα μάτια και άρχισε να παίζει νευρικά με την καστανή μπούκλα της. Το μυαλό της ήταν ακόμα σ’ εκείνον. Τον γνώρισε σε ένα hostel στη Βραζιλία -εκείνος δούλευε στη reception- και παρόλο που είχε μόλις ξεκινήσει το ταξίδι της με σκοπό να γυρίσει όλη τη Λατινική Αμερική σε ένα χρόνο, αποφάσισε να μείνει Βραζιλία για 4 μήνες. Έμαθε τη γλώσσα και άρχισε να δουλεύει σε ένα εστιατόριο ώστε να τα βγάζει πέρα οικονομικά και να μπορεί να είναι με τον Βραζιλιάνο της. Μέχρι πότε όμως; Εκείνη καταβάθος ήθελε να συνεχίσει το ταξίδι της, εκείνος δεν είχε καμία διάθεση να φύγει από τη χώρα του. Εκείνη πήρε το σακίδιό της και έφυγε για Αργεντινή, εκείνος έμεινε πίσω. Άραγε τι κάνει; Να τη σκέφτεται;

Ήρθε η σειρά της Ο. Μας μίλησε για την περίοδο που είχε μετακομίσει στη Βαρκελώνη. Τον γνώρισε ένα βράδυ μεταξύ σαγκρίας και παέγιας. Εκείνη δε μιλούσε ακόμη ισπανικά, εκείνος φυσικά και δεν ήξερε αγγλικά ή ιταλικά. Και εδώ μπαίνει το κλισέ που λέει πως τα ιταλικά με τα ισπανικά μοιάζουν οπότε ναι, λίγο πολύ κατάφεραν να συνεννοηθούν. Να βρεθούν, να ξαναβρεθούν και να μένουν ο ένας στο διαμέρισμα του άλλου, μέχρι που εκείνη γύρισε Ιταλία. Ποτέ δεν είπαν κάτι για μετακομίσεις, για σχέσεις από απόσταση και άλλα παρόμοια. Ακόμα όμως βρίσκονται όταν εκείνη πάει Βαρκελώνη για σουκου ή όταν εκείνος ταξιδεύει στην Ιταλία για να δει τους φίλους του.

Η C. και η O. με κοίταξαν και ταυτόχρονα μου είπαν “es tu turno”! “Είναι η σειρά σου!”

Το δικό μου ” foreigner” τον γνώρισα στην Ισπανία όπως και η Ο.  Ιταλός του βορρά και erasmus φοιτητής στην Castellon de la Plana με έριξε με τον ρομαντισμό του και την κοινωνικότητά του. Είχαμε πολλές διαφορές αλλά μοιραζόμασταν και οι 2 την αγάπη μας για τα ταξίδια. Περνάγαμε τις μέρες μας κουβεντιάζοντας στα ισπανικά (εκείνος δε μιλούσε αγγλικά και γω δεν ήξερα ιταλικά) και καταλήξαμε να συγκατοικήσουμε και για λίγο διάστημα. Μέχρι που έπρεπε να γυρίσω Ελλάδα. Χωρίς να πούμε κάτι, ξέραμε ήδη πως θέλαμε να το παλέψουμε. Ένας ολόκληρος χρόνος από απόσταση. Μέσα από Skype κλήσεις, τσακωμούς, κλάματα, στιγμές μοναξιάς, στιγμές χαράς κάθε που ερχόταν Ελλάδα και γω πήγαινα Ιταλία. Κάθε φορά που βρισκόμασταν σε μια ξένη πόλη, σε διαφορετικά αεροδρόμια. Μέχρι που μετακόμισα στη χώρα του, έμαθα τη γλώσσα του, έμαθε να βρίζει στη δική μου, συγκατοικήσαμε, σπούδασα, δούλεψα, δούλεψε, συνεχίζαμε να ταξιδεύουμε μαζί και κάποια στιγμή γύρισα Ελλάδα. Εκείνος δεν ακολούθησε, ούτε του το ζήτησα. Έφυγε για Αυστραλία.

Ξαφνική σιγή. Κοιταχτήκαμε και οι τρεις μας στα μάτια και χαμογελάσαμε. Χαμογελάσαμε και τσουγκρίσαμε τα ποτήρια μας. Εκείνο το βράδυ πίναμε στην υγειά όλων αυτών των ανθρώπων που βρέθηκαν στο δρόμο μας όσο εμείς περπατούσαμε. Στην υγειά εκείνων που μπορεί να μη μιλούσαν τη ίδια γλώσσα με τη δική μας αλλά μοιράστηκαν κομμάτι της ζωής τους μαζί μας. Στην υγειά εκείνων που όσο διάστημα ήταν δίπλα μας σεβάστηκαν τη διαφορετικότητά μας και την αγάπησαν, για 5 μήνες ή για 5 χρόνια δεν έχει σημασία ο χρόνος αλλά η κάθε στιγμή. Γιατί όταν είσαι με κάποιον που δεν μπορεί να είναι μέρος της καθημερινότητάς σου λόγω χιλιομέτρων και μιλίων, επιδιώκεις να ζεις την κάθε στιγμή μαζί του όσο πιο έντονα γίνεται γιατί ξέρεις πως καταβάθος αυτό το αεροπλάνο που σας έφερε κοντά θα είναι το ίδιο αεροπλάνο που θα σας χωρίσει.

Φυσικά δε λέω πως όλες οι σχέσεις μεταξύ ζευγαριών από διαφορετικές χώρες είναι καταδικασμένες, άλλωστε έχω παράδειγμα μια γνωστή μου Μεξικανή η οποία μετακόμισε στην Ολλανδία και παντρεύτηκε τον καλό της, έμαθε και ολλανδικά και είναι εδώ και 5 χρόνια μαζί. Απλά λέω πως οι πιθανότητες να κρατήσει μια σχέση που τη χωρίζουν πολλά μίλια, πολλές διαφορές στην κουλτούρα και πολλές ώρες μοναξιάς, σίγουρα είναι λίγες. Αλλά στην τελική… κάποιος που ταξιδεύει συχνά και για καιρό έχει συμβιβαστεί με αυτό. Ξέρει πως στο δρόμο του θα γνωρίσει και θα σαγηνευτεί από πολλούς ανθρώπους που μπορεί να μη μιλάνε τη γλώσσα του αλλά έχουν το ίδιο πάθος για την αναζήτηση του κόσμου, του διαφορετικού, αυτού που δε θα το βρεις αν δε σηκωθείς από τον καναπέ σου και δε βγεις από την περίφημη “ζώνη ασφαλείας σου” και την καθημερινότητά σου.

Γιατί στην τελική τι μας μένει; Τα ταξίδια που μας κόβουν την ανάσα, οι φωτογραφίες που μας κάνουν να αναπολούμε και οι ιστορίες που μας επιβάλλουν να τις διηγηθούμε για να μην τις ξεχάσουμε ποτέ.

Comments

comments

Travel Blogger & solo traveler | Digital PR & Community Manager

post a comment