¡Hola Barcelona! Part I
Σας έχει τύχει να επισκεφτείτε ένα μέρος και να σας αρέσει τόσο πολύ που να υποσχεθείτε στον εαυτό σας πως θα ξαναγυρίσετε… αλλά τελικά δεν επιστρέφετε ποτέ; Εγώ, το έχω πάθει αρκετές φορές και συνήθως υπόσχομαι στον εαυτό μου πως θα ξαναγυρίσω από τύψεις ή άγχος, επειδή δεν πρόλαβα να δω όλα όσα είχα υπολογίσει εξ αρχής να δω. Υπόσχομαι που λες, πως θα επιστρέψω στο ίδιο μέρος αλλά καταβάθος, ξέρω πως όταν μου δοθεί η ευκαιρία για το επόμενο ταξίδι, θα διαλέξω έναν καινούριο προορισμό!
Και όμως, κάνοντας ένα μικρό απολογισμό, συνειδητοποίησα πως υπάρχει μια πόλη, μια όμορφη ισπανόφωνη καταλανική πόλη η οποία κατάφερε να με κάνει να επιστρέψω στην αγκαλιά της όχι 2 αλλά 4 ολόκληρες φορές. Βαρκελώνη τη λένε, τη γνωρίζετε;
Η πρώτη μας γνωριμία έγινε το 2007, όταν πήγα στην Ισπανία για να επισκεφτώ μια συμφοιτήτριά μου η οποία έκανε το erasmus της σε μια μικρή πόλη, δυο ώρες μακρυά από την καταλανική πρωτεύουσα. Ταξίδευα μόνη μου και όταν προσγειώθηκα πρώτη φορά στο αεροδρόμιο El Prat de Llobregat με έλουσε κρύος ιδρώτας! “Τι στο καλό γράφει εδώ; Γιατί δεν καταλαβαίνω τίποτα; Τζάμπα πλήρωνα για ιδιαίτερα ισπανικών στην Αθήνα;”, αναρωτήθηκα. Μόλις είχα την πρώτη μου επαφή με την καταλανική διάλεκτο, την οποία γραπτώς μπορούσα να ψιλοκατανοήσω αλλά προφορικά δεν καταλάβαινα τ-ί-πο-τ-α!
Δεν πτοήθηκα, πλησίασα τον πρώτο άτυχο Ισπανό που εντόπισε το μάτι μου και με κουτσά ισπανικά τον ρώτησα πως θα πάω στον κεντρικό σταθμό, το Sants estaciò ώστε στη συνέχεια να πάρω το μετρό για Plaça Catalunya. Είχα μια ολόκληρη μέρα στη διάθεσή μου και ανυπομονούσα να δω όσο πιο πολλά αξιοθέατα γινόταν.
Φτάνοντας στην Πλάθα Καταλούνια άρχισα να κατηφορίζω τη La Rambla και να συνεπαίρνομαι από τη βαβούρα, τα χρώματα, τα λουλούδια και τους αμέτρητους καλλιτέχνες τους δρόμου. Έριξα μια ματιά στο χάρτη που κρατούσα στο χέρι μου και αφού σιγουρεύτηκα πως η Ράμπλα θα με έβγαζε στο λιμάνι, στο Port Vell, αγόρασα ένα bocadillo de Jamon Serrano y queso (σάντουιτς με τυρί και ζαμπόν) και μέχρι να το μασουλήσω είχα ήδη φτάσει στο λιμάνι.
Ο ήλιος βάραγε στο κεφάλι και για Γενάρη μήνα οι 21 βαθμοί που έδειχνε το θερμόμετρο ήταν ό,τι καλύτερο για ξάπλα και ηλιοθεραπεία στην ξύλινη αποβάθρα του λιμανιού. Ξάπλωσα και με μισόκλειστα μάτια άρχισα να χαζεύω τον κόσμο που περνούσε από μπροστά μου. Δίπλα μου μια παρέα Ισπανών φοιτητών, έπιναν cervecitas -μπυρίτσες- και γέλαγαν δυνατά απευθύνοντάς μου κάπου κάπου το λόγο. Δεν κατάλαβα πως πέρασαν οι ώρες και χωρίς να έχω γυρίσει ούτε γι’αστείο την πόλη, έπρεπε κιόλας να φύγω. Εκεί, αν και ήμουν μόνη μου και αντικειμενικά δεν είχα δει ακόμα κανένα αξιοθέατο, ένιωσα για πρώτη φορά πως αυτή η πόλη μου ταίριαζε πολύ και έδωσα την πρώτη μου υπόσχεση πως θα ξαναεπέστρεφα πολύ σύντομα!
Αφού πήγα στην Castellon De La Plana που έμενε η συμφοιτήτριά μου (στην ίδια πόλη που έκανα και εγώ το erasmus μου τον επόμενο ακριβώς χρόνο) επέστρεψα- μετά από 5 μέρες- βράδυ στη Βαρκελώνη για να πάρω την πτήση των 5 το πρωί για Αθήνα. Είχα υπολογίσει πως φτάνοντας στις 12 παρά τέταρτο στο σταθμό Sants θα προλάβαινα στο τσακ το τελευταίο τρένο για αεροδρόμιο.
Έλα όμως που το λεωφορείο για το σταθμό καθυστέρησε και όταν έφτασα έξω από τον σταθμό των τρένων, λίγο μετά τις 12, δεν υπήρχαν πλέον τρένα ή λεωφορεία διαθέσιμα! Θυμάμαι σαν τώρα τον πανικό που με έπιασε εκείνο το βράδυ! Μεσάνυχτα, σε μια άγνωστη χώρα, να διασχίζω το πεζοδρόμιο σέρνοντας τη βαλίτσα μου και να μην ξέρω τι να κάνω. Είχα μόλις 20 ευρώ στο πορτοφόλι μου και ήμουν πραγματικά “άξια της μοίρας μου”, όπως θα’λεγε κ η μάνα μου! “Πού πας μόνο με 20 ευρώ ρε κοπελιά;”, αναρωτήθηκα και δάκρυα άρχισαν να κυλάνε στα μάγουλά μου.
Αγχωμένη, αποφάσισα να πάρω ταξί από την πιάτσα μπροστά στο σταθμό αφού πρώτα ρώτησα όπως όπως πόσο κόστιζε η διαδρομή μέχρι το αεροδρόμιο. Ο ταξιτζής ήταν ένας πολύ ευγενικός ανθρωπάκος αλλά παράλληλα αρκετά φλύαρος. Όταν κατάλαβε πως ήμουν ξένη και δεν είχα πάρει χαμπάρι από όσα μου έλεγε, με ρώτησε από που είμαι! Του απάντησα ότι είμαι Ελληνίδα και εκείνος αφού γούρλωσε τα μάτια του μου είπε: “espera (περίμενε)”! Άρχισε να ψάχνει κάτι βιαστικά και εγώ άρχισα να πλάθω τρομακτικά σενάρια στο μυαλό μου…. μέχρι τη στιγμή που τα ηχεία άρχισαν να βγάζουν ένα πολύ γνωστό και οικείο ήχο! Τι άλλο; Το συρτάκι του Ζορμπά!
Αφού γέλασα και χαλάρωσα αρκετά, ευχαρίστησα τον άνθρωπο και παράλληλα την καλή μου τύχη και μπαίνοντας στο αεροδρόμιο υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως στη Βαρκελώνη θα επέστρεφα σύντομα και μάλιστα αυτή τη φορά με παρέα!
Και πράγματι, μετά από μόλις ένα χρόνο, βρισκόμουν πάλι στο Prat, στο αεροδρόμιο της Καταλανικής πρωτεύουσας…
Συνεχίζεται…
Comments
post a comment
You must be logged in to post a comment.
Pingback: London calling | T-stories from my world